Γράφει ο Ηλίας Π. Γεωργάκης.

Όλοι εμείς οι μπρανέλλοι που μεγαλώσαμε στην πόλη και τρέξαμε ξυπόλυτοι στα στενοσόκακα, που ψαρεύαμε στο μώλο με τα στραβοκαλαμίδια από τα Βαρδάνια`, εμείς που ΄γευτήκαμε` τη μυρωδιά της μούτελης, την Αγιομαυρίτικη τρέλα, όλοι εμείς που μοιραζόμαστε αυτά που δεν είχαμε, πάντα βρίσκαμε καταφύγιο στην κεντρική πλατεία της Λευκάδας.Εκεί ήταν η κατάληξη της καθημερινής περιπετειας.Γιατι η μέρα είναι μια περιπέτεια με αυτό το λαχανητό της ώρας.

Σ΄αυτή τη μυθική πλατεία με το πεντοφάναρο και την εκκλησία του Αη Σπυρίδωνα, ακουμπούσαμε τα όνειρα μας. Σχεδιάζαμε , καταστρώναμε, συναντιόμαστε, συζητούσαμε. Εδώ υπήρχε το θρυλικό καφενεδάκι του Πούλου με την κυρά Μάνθω, όπου σύχναζε η πνευματική αφρόκρεμα της εποχής, προεξάρχοντος του καθηγητή Αναστάσιου Μανούδη. Εδώ ήταν το εστιάτόριο του Μάλφα που άφησε εποχή και το ζαχαροπλαστείο του Λάμπρου με τις λουκουμάδες.

Η πλατεία ήταν η αφορμή.Ηταν μια αιτία για να ξεφύγουμε από την άναρθρη καθημερινότητα της επαρχίας.Ηταν το φευγιό, τα αμπωξίδια, τα φαρομανητά, τα παταλά.Ηταν οι καντάδες και το Χριστουγενιάτικο δένδρο.
Και πάντα όταν έρχομαι στη Λευκάδα,αυτή η πλατεία είναι που με ελκύει, με μαγεύει, με συγκινεί.

Γιατι σ΄αυτή την πλατεία παίξαμε, τραγουδήσαμε, πανηγυρίσαμε, ερωτευτήκαμε , κλάψαμε.

Σταυροκοπηθήκαμε στους επιτάφιους, `ανασάναμε` από τους σεισμούς, ακούσαμε τις προεκλογικές ομιλίες.

Συζητήσαμε.

Σ΄αυτή την πλατεία βρήκαν καταφύγιο οι αιώνες.

Και πιστέψτε με είναι μια διαφορετική πλατεία.Γιατι πάντα θα είναι `γεμάτη` στην καρδιά μας…